16/11/05
17 Νοέμβρη 1973 - Αντί στεφάνου
Εμείς οι μαθητές της 6ης Γυμνασίου που πηγαίναμε τότε στο Γυμνάσιο του Περάματος, παίρναμε το τρενάκι για τον Πειραιά. Από κει με τον Ηλεκτρικό στην Ομόνοια και στα φροντιστήριά μας.
Εγώ πήγαινα στον “Ηράκλειτο” και ήδη από τις αρχές εκείνης της εβδομάδας, διασχίζοντας την Πατησίων για να βγούμε στη Κάνιγγος, φαινόταν στην ατμόσφαιρα η ένταση. Εκείνη την Παρασκευή τα πράγματα ήταν αγριεμένα. Πολλοί ήταν μαζεμένοι μπροστά από το Πολυτεχνείο με σημαίες και τα συνθήματα έφταναν πεντακάθαρα στα αυτιά μας. Ένας ήταν ανεβασμένος στη σκεπή ενός περιπτέρου, απέναντι ακριβώς από τη κεντρική πύλη, και φώναζε συνθήματα. Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία. Τρέχοντας περάσαμε τον δρόμο για να προλάβουμε το μάθημα.
Πρέπει να ήταν η 3η ή η 4η ώρα του μαθήματος όταν τα μάτια μας άρχισαν να δακρύζουν μέσα στη τάξη. Τα δακρυγόνα είχαν αρχίσει να πέφτουν στους δρόμους γύρω από το Πολυτεχνείο. Τότε μπήκε στην αίθουσα που γινόταν το μάθημα ο καθηγητής της Χημείας, ο Κος Μανωλκίδης. Μας ενημέρωσε για τα επεισόδια που είχαν αρχίσει και μας είπε ότι δεν μπορούσαμε να πάρουμε τηλέφωνα τους δικούς μας διότι είχαν κοπεί οι γραμμές. Όσοι μπορούσαμε να φύγουμε από την αντίθετη κατεύθυνση των επεισοδίων μπορούσαμε να το κάνουμε αρκεί να αποχωρούσαμε σε ομάδες πολύ λίγων ατόμων, για να μη γίνουμε στόχος. Τότε ήρθε ο πατέρας μιας συμμαθήτριάς μου που ήταν ταξιτζής και μας είπε ότι μπορεί να πάρει μαζί του 2-3 άτομα που πάνε προς τον Πειραιά. Πράγματι φύγαμε μαζί του. Το ταξί του το είχε παρκάρει κάπου στην Πλατεία Αμερικής. Δεν μπορούσε να πλησιάσει πιο κοντά προς το φροντιστήριο. Αναγκαστικά κατεβήκαμε στη Στουρνάρη και περάσαμε το πεζοδρόμιο του Πολυτεχνείου. Ήταν η ώρα που όλοι είχαν κλειστεί μέσα στο Πολυτεχνείο και οι αστυνομικές και στρατιωτικές δυνάμεις έριχναν δακρυγόνα στους δρόμους γύρω από το Πολυτεχνείο. Η κατάσταση ήταν γεμάτη ένταση, καπνοί παντού, προκηρύξεις στους δρόμους. Έσκυψα και μάζεψα μία. Απεικόνιζε ένα σωματώδη στρατιωτικό ο οποίος είχε αγκαλιάσει με το δεξί του χέρι ένα μικροσκοπικό άνθρωπο ο οποίος τρομοκρατημένος είχε στη μασχάλη του μια μπάλα ποδοσφαίρου. Μία κοπέλα ήταν καθισμένη στα σκαλιά ενός κτηρίου και ένα άτομο, άνδρας ή γυναίκα δεν κατάλαβα, ήταν σωριασμένος καταμεσής του δρόμου ζωντανός ή νεκρός, δεν φαινόταν. Σταμάτησα σαν χαμένος και κοιτούσα. Ενδόμυχα είπα στον εαυτό μου, Λεωνίδα δες το καλά αυτό, δεν πρόκειται να το ξεχάσεις ποτέ στη ζωή σου. Καμένα αυτοκίνητα, φωτιές, συνθήματα, άνθρωποι με σημαίες κρεμασμένοι στη πύλη του Πολυτεχνείου να φωνάζουν και να διαδηλώνουν. Κάτω η χούντα, Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία. Διασχίζοντας την Πατησίων άρχισε να μας καταδιώκει μία ομάδα αστυνομικών, ίσως θεώρησαν ότι βγήκαμε από το Πολυτεχνείο. Τρέχαμε όταν έσκασε δίπλα μας ένα εκρηκτικό προερχόμενο από την Ομόνοια. Εκτοξεύτηκα σαν ένα τσουβάλι και έπεσα πάνω σε μιά τζαμαρία. Έσπασε η τζαμαρία και βρέθηκα μέσα στα σπασμένα γυαλιά. Σηκώθηκα γρήγορα και άρχισα να τρέχω όταν ένας αστυνομικός με χτύπησε στο πόδι με το γκλομπ του. Κρυφτήκαμε στην είσοδο μιας πολυκατοικίας και σε λίγο ξεμυτίσαμε και αρχίσαμε να προχωράμε πόρτα - πόρτα με κατεύθυνση την Πλατεία Αμερικής. Από κει μπήκαμε στο ταξί και οδηγώντας ο ταξιτζής με ιλιγγιώδη ταχύτητα, αντίθετα στο ρεύμα κυκλοφορίας, μας πήγε στο Φάληρο. Μας άφησε, εμένα και το συμμαθητή μου τον Θανάση από το Ικόνιο, στην αφετηρία στο τρενάκι για το Πέραμα.
Πρέπει να ήταν περίπου μεσάνυχτα όταν επέστρεψα στο σπίτι μου όπου είδα την μάνα μου και τον πατέρα μου να είναι σε κατάσταση πανικού, είχαν μάθει τι γινόταν στην Αθήνα. Τα πόδια μου ήταν πρησμένα, είχα φάει και μία με το γκλομπ, έπεσα και στη τζαμαρία, τα μάτια μου μαύρα από τα δακρυγόνα.
Τις επόμενες ημέρες το τηλέφωνό μας γουργούριζε συνέχεια, κάποιος ενδιαφερόταν να μάθει τι κουβεντιάζαμε και ο Γυμνασιάρχης κάλεσε στο γραφείο του όλους τους μαθητές που πήγαιναν σε φροντιστήρια της Αθήνας και μας έκανε κατήχηση. Το αποτέλεσμα ήταν εκείνη τη χρονιά να μη πάμε την πολυήμερη εκδρομή μας, ήταν μάλλον η τιμωρία μας για όσα είδαμε και ζήσαμε, έστω και σαν παρατηρητές που η τύχη μας φύλαξε να έχουμε την μοναδική αυτή πολύτιμη εμπειρία.
Ήταν το βράδυ της Παρασκευής 16 Νοέμβρη 1973 για ένα μαθητή της 6ης Τάξης του Γυμνασίου Περάματος Πειραιά. Ξημερώματα του Σαββάτου 17 Νοέμβρη 1973, στις 3 το πρωί ένα τανκς έσπασε την πύλη του Πολυτεχνείου και τσάκισε τα κορμιά των φοιτητών που ήταν κρεμασμένοι πάνω της.
Το Πολυτεχνείο ζει.