27/10/07
Συνταγές, φάρμακα και ΕΣΥ
Ανεξέλεγκτη συνταγογράφηση, με «προτίμηση» συγκεκριμένων σκευασμάτων, και φάρμακα που πετάγονται λόγω των ακατάλληλων για νοσοκομειακή χρήση συσκευασιών τους είναι ορισμένα μόνο από τα φαινόμενα κακοδιαχείρισης που καταγράφονται εντός των νοσοκομείων και στον τομέα «φάρμακο» και ευθύνονται για την κατασπατάληση πόρων στο ΕΣΥ.
Σύμφωνα με τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων, η νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη ανήλθε το 2006 σε 1,013 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό αυξημένο κατά 10% σε σχέση με το 2005 (921 εκατομμύρια ευρώ). Η νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη ακολουθεί την «ανοδική» πορεία της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης, ο ρυθμός αύξησης της οποίας δεν έχει πέσει κάτω από το 10% την τελευταία δεκαετία. Σημειώνεται ότι στα νοσοκομεία χρησιμοποιούνται σχεδόν 2.000 διαφορετικά φαρμακευτικά σκευάσματα από τα περίπου 8.000 που κυκλοφορούν στην αγορά. Σε όλη τη διαδικασία διαχείρισης των φαρμάκων εντός των νοσοκομείων το πιo χαρακτηριστικό στοιχείο είναι η κακοδιαχείριση και η απουσία ουσιαστικού ελέγχου που ξεκινά με το βασικότερο: τη συνταγογράφηση.
Ο κάθε γιατρός μπορεί να γράφει όποιο φάρμακο θέλει, να «προτιμά» ένα φάρμακο από ένα άλλο, χωρίς να ελέγχεται ουσιαστικά από κάπου. Eνδεικτική είναι η περίπτωση καρδιοχειρουργικής κλινικής μεγάλου δημόσιου νοσοκομείου για την οποία υπήρξαν καταγγελίες για αδικαιολόγητη και αιφνίδια κατακόρυφη αύξηση συνταγογράφησης συγκεκριμένου αντιβιοτικού. Μάλιστα, αναφερόταν και συγγενική σχέση του διευθυντή της κλινικής με εργαζόμενο της εταιρείας που παρασκεύαζε το φάρμακο. Η υπόθεση απασχόλησε το Σώμα Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας, ωστόσο δεν ήταν δυνατός ο έλεγχος αφού η νοσηλευτική υπηρεσία δεν τηρούσε αρχείο χορήγησης αντιβιοτικών.
Οπως επισημαίνει στην «Κ» ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Φαρμακοποιών Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων, κ. Νίκος Λάκκας, «το ζήτημα του ελέγχου θα λυνόταν εάν υπήρχε ενιαίο μηχανογραφικό σύστημα στα νοσοκομεία, που θα σήμαινε ότι ανά πάσα στιγμή θα μπορούσαν να αντληθούν πληροφορίες για την κατανάλωση των φαρμάκων, από κλινική σε κλινική και από νοσοκομείο σε νοσοκομείο. Αυτή τη στιγμή, το κάθε νοσοκομείο έχει το δικό του σύστημα και δεν μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα». Επίσης, με τη χρήση ολοκληρωμένων συστημάτων πληροφορικής στα νοσοκομεία θα μπορούσε να ελεγχθεί και η σχέση κόστους - οφέλους ενός φαρμάκου, γεγονός που επίσης θα οδηγούσε σε εξορθολογισμό της σχετικής δαπάνης.
Εξοικονόμηση πόρων θα μπορούσε να επιτευχθεί και από την ίδια τη διαδικασία προμηθειών των φαρμάκων. Οπως επισημαίνει ο κ. Λάκκας, «τα νοσοκομεία προμηθεύονται τα φάρμακα σε ειδική τιμή (νοσοκομειακή) που είναι κατά 13% φθηνότερη της χονδρικής. Εχουν όμως και τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης για απεριόριστη έκπτωση πέραν της νοσοκομειακής τιμής. Αυτή η δυνατότητα δεν αξιοποιείται από κανένα δημόσιο φορέα, εκτός των στρατιωτικών νοσοκομείων που έχουν επιτύχει εκπτώσεις έως και 4%. Στο ένα δισεκατομμύριο ευρώ που είναι η νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, το 4% αφορά σε 40 εκατομμύρια ευρώ. Οσο δηλαδή κοστίζει η ανέγερση ενός μεγάλου νοσοκομείου».
Επιπλέον, τα νοσοκομεία δεν κάνουν διαγωνισμούς για τα φάρμακα που έχουν την ίδια δράση, όπως γίνεται σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθώς προμηθεύονται πάντα τα πρωτότυπα σκευάσματα που είναι και πιο ακριβά. Αξίζει να σημειωθεί ότι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες με εξαγωγική δραστηριότητα που παρασκευάζουν αντίγραφα φάρμακα, συμμετέχουν σε διαγωνισμούς αυτού του είδους που γίνονται στην Ε.Ε.
Tεράστια σπατάλη γίνεται στη χρήση των φαρμάκων εντός των νοσοκομείων ως αποτέλεσμα των ακατάλληλων για νοσοκομειακή χρήση συσκευασιών τους. Μάλιστα, το θέμα αυτό απασχολεί τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων που όρισε ειδική επιτροπή η οποία εξετάζει το ζήτημα. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, η χορήγηση φαρμάκων στον νοσοκομειακό ασθενή γίνεται σε ποσότητες για την κάλυψη των αναγκών του για 24 ώρες. Ωστόσο, πολλά φάρμακα –κυρίως αυτά με τη μορφή δισκίων και κάψουλας– είναι προσανατολισμένα για εξωνοσοκομειακούς ασθενείς που έχουν το σύνολο της συσκευασίας όπου αναγράφονται βασικά χαρακτηριστικά (ονομασία, δραστική ουσία, ημερομηνία λήξης, παρτίδα).
Τι γίνεται όμως όταν ο νοσοκομειακός φαρμακοποιός πρέπει να διαχωρίσει την ποσότητα 24ώρου για τον νοσηλευόμενο ασθενή; Οπως εξηγεί ο κ. Λάκκας «αναγκάζεται να δίνει για τον κάθε ασθενή μεγαλύτερη της απαιτούμενης για τη θεραπεία ποσότητα φαρμάκου, προκειμένου το κομμάτι της συσκευασίας που θα δώσει να φέρει την απαραίτητη σήμανση. Οι επιπλέον ποσότητες των φαρμάκων για λόγους ασφάλειας δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ξανά, που σημαίνει τεράστια δαπάνη για τα νοσοκομεία». Η επιτροπή που έχει συσταθεί στον ΕΟΦ είναι υπέρ της θέσπισης μιας νοσοκομειακής συσκευασίας με πολλαπλές ατομικές ημερήσιες δόσεις που θα φέρουν την κατάλληλη σήμανση. Ετσι, αφενός δεν θα «χάνονται» φάρμακα, αφετέρου η συσκευασία θα είναι πιο οικονομική για τα νοσοκομεία, αφού σίγουρα ένα κουτί π.χ. των 300 δισκίων θα κοστίζει λιγότερο από δέκα κουτιά των 30.
Τέλος, ένα σοβαρότατο θέμα αφορά τα φάρμακα για σοβαρές ασθένειες (καρκίνο, σκλήρυνση κατά πλάκας κ.ά.) που χορηγούνται δωρεάν μόνο από τα φαρμακεία των νοσοκομείων και κατόπιν συνταγής. Τα φάρμακα αυτά δεν ξεπερνούν τα 100 τον αριθμό, αλλά αφορούν το 20% - 25% της νοσοκομειακής φαρμακευτικής δαπάνης και έχουν πολύ συγκεκριμένες –εγκεκριμένες από τον ΕΟΦ– ενδείξεις. Οταν η συνταγογράφηση είναι εκτός ενδείξεων, οι ελεγκτές του ταμείου δεν εγκρίνουν τη δαπάνη και τα ασφαλιστικά ταμεία δεν εξοφλούν το νοσοκομείο που τα έχει χορηγήσει. Τα ίδια φάρμακα χορηγούνται και σε άπορους - ανασφάλιστους ασθενείς, και σε αυτές τις περιπτώσεις το «επικίνδυνο» είναι ότι κανένα ταμείο δεν θα ελέγξει τη συνταγογράφηση. Που σημαίνει ότι δεν ελέγχεται εάν τελικά τα ακριβά αυτά φάρμακα όντως προορίζονται για τον ασθενή που τα παρέλαβε...
Πηγή
http://www.ygeianet.gr/keimeno.php?id=2901
Συντάκτης: Πεννυ Μπουλουτζα